Του ΓΙΩΡΓΟΥ ΚΑΡΑΜΠΕΛΙΑ
Πρέπει να «κατασκευαστεί» ένα ιστορικό παρελθόν ανάλογο με το μέλλον που μας ετοιμάζουν. Κάθε αυτοκρατορία επιδιώκει να γράψει την ιστορία όλων των υπόδουλων, να μονοπωλήσει την εικόνα που έχουν για το παρελθόν τους, έτσι ώστε να μπορεί να ελέγχει το ποιοι είναι σήμερα και το πώς θα λειτουργήσουν αύριο.
Παρότι η παγκοσμιοποίηση ευαγγελιζόταν το «Τέλος της Ιστορίας», οι εξελίξεις την διαψεύδουν κατηγορηματικά. Η Ιστορία όχι μόνο συνεχίζεται αλλά «επιστρέφει» πλησίστια: στη Λατινική Αμερική, οι Ινδιάνοι εμπνέονται από τον προκολομβιανό κόσμο, στη Μέση Ανατολή, η εποχή των Σταυροφοριών αναδύεται ακέραιη, ενώ, στη χώρα μας τα βλέμματα είναι στραμμένα στο Βυζάντιο, στην Τουρκοκρατία, στην Επανάσταση, στην Αντίσταση..
Οχι, ούτε το ρολόι του χρόνου ούτε οι λαοί έχουν τρελαθεί. Απλούστατα, επειδή η «Νέα Τάξη» επιζητά την εκ βάθρων μετάλλαξη λαών, εθνών και κοινωνιών, σύμφωνα με τα πρότυπα και τις απαιτήσεις της, οι κυριαρχούμενοι, στον αγώνα τους για αυτοδιάθεση, αναζητούν ερείσματα στη δική τους «Ιστορία».
Τα Βαλκάνια
Υστερα από την κατάρρευση του ανατολικού στρατοπέδου, η περιοχή μας γνώρισε τον κατακερματισμό που υποδαύλισαν οι ΗΠΑ, χρησιμοποιώντας την παραδοσιακή τακτική τού «διαίρει και βασίλευε» με την ενίσχυση των λεγόμενων στρατηγικών μειονοτήτων, για την αποσύνθεση των εθνών-κρατών και τη γενικευμένη αποσταθεροποίηση, ώστε να μην μπορέσουν οι βαλκανικοί λαοί να συγκροτήσουν έναν σχετικά αυτόνομο οικονομικό και πολιτικό πόλο.
Η ολοκλήρωση αυτής της στρατηγικής απαιτεί και έναν «παράγοντα συνοχής», ρόλο τον οποίο έχουν αναθέσει στην Τουρκία, περιφερειακή δύναμη με ισχυρό στρατό, ανερχόμενη οικονομία, αυτοκρατορικό παρελθόν και επεκτατικές τάσεις, ώστε να εδραιωθεί μια νεο-οθωμανική «ειρήνη» στην περιοχή. Γι' αυτό και οι ΗΠΑ σπρώχνουν τους στρατοκράτες της Αγκυρας να στραφούν προς την Ευρώπη και τα Βαλκάνια· εξ ου και το σχέδιο Ανάν ή η ένταξη της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ενωση.
Η Ελλάδα
Τα Βαλκάνια
Υστερα από την κατάρρευση του ανατολικού στρατοπέδου, η περιοχή μας γνώρισε τον κατακερματισμό που υποδαύλισαν οι ΗΠΑ, χρησιμοποιώντας την παραδοσιακή τακτική τού «διαίρει και βασίλευε» με την ενίσχυση των λεγόμενων στρατηγικών μειονοτήτων, για την αποσύνθεση των εθνών-κρατών και τη γενικευμένη αποσταθεροποίηση, ώστε να μην μπορέσουν οι βαλκανικοί λαοί να συγκροτήσουν έναν σχετικά αυτόνομο οικονομικό και πολιτικό πόλο.
Η ολοκλήρωση αυτής της στρατηγικής απαιτεί και έναν «παράγοντα συνοχής», ρόλο τον οποίο έχουν αναθέσει στην Τουρκία, περιφερειακή δύναμη με ισχυρό στρατό, ανερχόμενη οικονομία, αυτοκρατορικό παρελθόν και επεκτατικές τάσεις, ώστε να εδραιωθεί μια νεο-οθωμανική «ειρήνη» στην περιοχή. Γι' αυτό και οι ΗΠΑ σπρώχνουν τους στρατοκράτες της Αγκυρας να στραφούν προς την Ευρώπη και τα Βαλκάνια· εξ ου και το σχέδιο Ανάν ή η ένταξη της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ενωση.
Η Ελλάδα
Στην Ελλάδα, οι άρχουσες τάξεις έχουν αποδεχθεί πλήρως αυτό το σενάριο. Κυβέρνηση και αξιωματική αντιπολίτευση, με το πρόσχημα του «κατευνασμού», έχουν αναλάβει την... εκπροσώπηση της γείτονος στην Ευρώπη. Σε οικονομικό επίπεδο, οι μεγαλο-επιχειρηματίες έχουν επιδοθεί σ' ένα ρεσιτάλ συμφωνιών. Ενδεικτικά, εκτός από την Εθνική Τράπεζα που επένδυσε 4 δισ. στην Τουρκία, το 35% του κύκλου εργασιών της Ιντραλότ, του κ. Κόκκαλη, πραγματοποιείται εκεί, ενώ ο κ. Μπόμπολας με τον πρόεδρο του ελληνοτουρκικού επιμελητηρίου, Ρ. Ταρά, κατασκευάζουν μια νέα... πόλη στο Ομάν, κόστους 20 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Οι Φαναριώτες επιστρέφουν.
Και όμως η Τουρκία δεν παραιτείται από το casus belli, κατέχει τη μισή Κύπρο, εγείρει μειονοτικό ζήτημα στη Θράκη και καταστέλλει αδυσώπητα όλα τα κοινωνικά, πολιτικά και εθνικά κινήματα στο εσωτερικό της.
Για την εμπέδωση αυτής της στρατηγικής που τείνει να μεταβάλει την Ελλάδα -και την Κύπρο- σε χώρες υποτελείς όχι μόνο στον υπερατλαντικό μονάρχη αλλά και στον τοπικό γκαουλάιτερ, είναι απαραίτητος ο έλεγχος της διανόησης και η αλλοίωση του φρονήματος του λαού.
Γι' αυτό, καθημερινά, αδιάκοπα, υπάλληλοι και παρακοιμώμενοι των ξένων πρεσβειών, ή ποικιλώνυμων «ιδρυμάτων» τύπου Σόρος, βαφτίζουν την αντίθεση στον αμερικανικό ιμπεριαλισμό «πρωτόγονο αντιαμερικανισμό», την καταδίκη των σιωνιστικών εγκλημάτων «αντισημιτισμό», την καταγγελία της παγκοσμιοποίησης «απομονωτισμό», την υπεράσπιση της πατρίδας «εθνικισμό» και «ρατσισμό». Κάποιοι έφτασαν να χαρακτηρίσουν «νεκρόφιλο» τον Ρίτσο, «φασίστα» τον Εγγονόπουλο, «βυζαντινιστή» τον Θεοδωράκη, «παρακρατικό» τον Παπαρρηγόπουλο, η δε κυρία Αννα Διαμαντοπούλου μας προέτρεψε να υιοθετήσουμε τα αγγλικά ως επίσημη γλώσσα.
Και όμως η Τουρκία δεν παραιτείται από το casus belli, κατέχει τη μισή Κύπρο, εγείρει μειονοτικό ζήτημα στη Θράκη και καταστέλλει αδυσώπητα όλα τα κοινωνικά, πολιτικά και εθνικά κινήματα στο εσωτερικό της.
Για την εμπέδωση αυτής της στρατηγικής που τείνει να μεταβάλει την Ελλάδα -και την Κύπρο- σε χώρες υποτελείς όχι μόνο στον υπερατλαντικό μονάρχη αλλά και στον τοπικό γκαουλάιτερ, είναι απαραίτητος ο έλεγχος της διανόησης και η αλλοίωση του φρονήματος του λαού.
Γι' αυτό, καθημερινά, αδιάκοπα, υπάλληλοι και παρακοιμώμενοι των ξένων πρεσβειών, ή ποικιλώνυμων «ιδρυμάτων» τύπου Σόρος, βαφτίζουν την αντίθεση στον αμερικανικό ιμπεριαλισμό «πρωτόγονο αντιαμερικανισμό», την καταδίκη των σιωνιστικών εγκλημάτων «αντισημιτισμό», την καταγγελία της παγκοσμιοποίησης «απομονωτισμό», την υπεράσπιση της πατρίδας «εθνικισμό» και «ρατσισμό». Κάποιοι έφτασαν να χαρακτηρίσουν «νεκρόφιλο» τον Ρίτσο, «φασίστα» τον Εγγονόπουλο, «βυζαντινιστή» τον Θεοδωράκη, «παρακρατικό» τον Παπαρρηγόπουλο, η δε κυρία Αννα Διαμαντοπούλου μας προέτρεψε να υιοθετήσουμε τα αγγλικά ως επίσημη γλώσσα.
Η Ιστορία
Στρατηγικό ρόλο σε αυτό το εγχείρημα καταλαμβάνει το ζήτημα της Ιστορίας, διότι ο εξανδραποδισμός ενός λαού διέρχεται από τη ριζοτόμηση της ιστορίας και της παράδοσής του:
Στα πανεπιστήμια, εδώ και χρόνια, κυκλοφορεί μια πρωτότυπη «ιστορική» αντίληψη που θέλει τους Ελληνες να συγκροτούνται ως έθνος μετά την Επανάσταση του 1821, αποκόβοντάς τους από μια ιστορική παράδοση χιλιετιών: «Είμαστε απλώς νεοέλληνες», πρόσφατης κοπής· επιπλέον, καλά ζούσαμε στην «πολυεθνική Οθωμανική Αυτοκρατορία» που, κατά τον ιστορικό Αντώνη Λιάκο, πρέπει να αντικαταστήσει τον όρο Τουρκοκρατία.
Ετσι και σήμερα πρέπει να προσαρμοστούμε στα νέα «πολυεθνικά μορφώματα», που μας ετοιμάζει η Νέα Τάξη. Αυτή η λογική:
Α Εξωραΐζει ή υποβαθμίζει την οθωμανική κατάκτηση, τη Μικρασιατική Καταστροφή, την εισβολή των Τούρκων στην Κύπρο το 1974.
Β Αποσκοπεί στην κάμψη αυτού που ο Ν. Σβορώνος αποκάλεσε «αντιστασιακό φρόνημα του ελληνισμού», «απομυθοποιώντας» όλες τις μεγάλες αντιστασιακές στιγμές. Σύμφωνα, λοιπόν, με τις νέες «αφηγήσεις», στο 1821 ή στην Εθνική Αντίσταση η έμφαση πρέπει να δίνεται κυρίως στην εμφύλια διαμάχη.
Γ Σ' ένα ευρύτερο πεδίο, επιδιώκει την αποδυνάμωση του εθνικού αισθήματος, της ιστορικής μνήμης και όλων των πολιτισμικών ιδιαιτεροτήτων των Ελλήνων. Το πατριωτικό αίσθημα κατασυκοφαντείται ως «εθνικιστικό», ενώ επιστρατεύεται η δικτατορία των συνταγματαρχών, ή ο Καρατζαφέρης, ως ιδεολογικό φόβητρο.
*Μιλούν για «αποδραματοποίηση» της Ιστορίας και αποσιωπούν τη γενοκτονία των Ποντίων, την ίδια στιγμή που αρνούνται -και δικαίως- οποιαδήποτε «λήθη» ως προς το Ολοκαύτωμα των Εβραίων. *Μάχονται λυσσαλέα τον «ελληνικό εθνοκεντρισμό», ενώ αποδέχονται την «αφήγηση» των Νεοτούρκων για τον Κεμάλ.
*Χρησιμοποιούν ως επιχείρημα τον «κατευνασμό» μεταξύ Γάλλων και Γερμανών, «ξεχνώντας» πως αυτός στηρίχθηκε στην αναγνώριση των ναζιστικών εγκλημάτων και την εγκατάλειψη του μιλιταρισμού από τη Γερμανία. Οταν όμως οι υπήκοοι αυτού του νέου αναδυόμενου «πολυεθνικού μορφώματος» ανακάλυψαν ότι αυτή η αντίληψη διοχετεύεται ακόμα και στο δημοτικό σχολείο -όπως συμβαίνει με το βιβλίο της Ιστορίας της ΣΤ'-, τότε ξέσπασε η «θύελλα».
Οντως το νέο βιβλίο της Ιστορίας της ΣΤ' Δημοτικού, που εγκρίθηκε επί Σημίτη και κυκλοφόρησε επί Καραμανλή, απηχεί αυτή την αντίληψη· η απόφαση για τη συγγραφή του συνδέεται με συμφωνίες των Τζεμ - Παπανδρέου, το 1999, χωρίς βέβαια τίποτε το ανάλογο να συμβεί από την τουρκική πλευρά.
Στο βιβλίο η ελληνική Επανάσταση περιγράφεται λίγο ώς πολύ με το ύφος των οδηγιών ενός... επιτραπέζιου παιχνιδιού· το παιδομάζωμα παρουσιάζεται ως «στρατολόγηση» των χριστιανικών πληθυσμών· οι Μικρασιάτες «συνωστίζονται» στο λιμάνι της Σμύρνης το 1922· αποσιωπούνται οι γενοκτονίες των Νεοτούρκων· ταυτοχρόνως, τονίζονται υπερβολικά οι πτυχές της συνύπαρξης για να υποβαθμιστεί η υποδούλωση, οι διωγμοί, η καταπίεση, η εκμετάλλευση. Αλλά ακόμα και από τη... Γαλλική Επανάσταση απουσιάζουν ο Ροβεσπιέρος και ο Μαρά.
Οι αντιδράσεις
Οι αντιδράσεις ήταν τόσο έντονες και γενικευμένες, ώστε το ζήτημα αναδείχθηκε σταδιακά σ' ένα από τα σημαντικότερα πολιτικά ζητήματα της επικαιρότητας. Η συζήτηση άναψε, με άρθρα και τοποθετήσεις που απηχούσαν και τις δύο απόψεις.
Παράλληλα, πάρθηκαν πολλαπλές πρωτοβουλίες για την απόσυρση του βιβλίου, μέσω Διαδικτύου (π.χ. η ιστοσελίδα του «Αντίβαρου»), σε τηλεοπτικές εκπομπές (π.χ. ο 902 TV), με εκδηλώσεις και αναλύσεις (π.χ. το τεύχος 62 του περιοδικού «Αρδην»).
Η αντίδραση των υποστηρικτών της «νέας ιστορίας» υπήρξε αλαζονική και πανικόβλητη. Η κ. Κουλούρη χαρακτήρισε τους αντιδρώντες αλαζονικά «housewives» και «εργάτες από τη Γερμανία». Ο κ. Λιάκος αναφέρθηκε σε... «ψυχωτικούς», επιστρατεύοντας το γνωστό αμάλγαμα ακροδεξιών και αριστερών! Και όμως, κατά του συγκεκριμένου βιβλίου έχουν ταχθεί το ΚΚΕ, όλα (!) τα κόμματα της κυπριακής Βουλής, πολλοί δημοσιογράφοι (μόνο στην «Ελευθεροτυπία», Στάθης, Τριάντης, Στεφανίδης, Μαλιγκούδης κ.ά.). Εκτός δε από τις ενοχλητικές «νοικοκυρές», στις 4.100 υπογραφές των διαμαρτυρομένων στο «Αντίβαρο» περιλαμβάνονται 125 πανεπιστημιακοί, 600 εκπαιδευτικοί και πολλοί άλλοι «αναρμόδιοι», όπως 541 ποντιακά και προσφυγικά σωματεία, η Ενωση Σμυρναίων, ενώσεις Κων/πολιτών.
Τέλος, ο υπουργός Παιδείας της Κύπρου διαμαρτυρήθηκε στην ελληνίδα υπουργό γι' αυτό ακριβώς το θέμα.
Δημιουργήθηκε, δηλαδή, ένα κίνημα που ήδη ξεπερνάει το συγκεκριμένο και αγκαλιάζει την ιστορική μας μνήμη γενικότερα. Και αυτό το κίνημα δεν αντιμετωπίζεται με συκοφαντίες, ούτε με πλαστογραφίες και αμαλγάματα.
Οσο για την Αριστερά, που ορισμένοι επικαλούνται, έγινε μεγάλη λαϊκή δύναμη μόνο όταν τέθηκε επικεφαλής του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα· δεν ακολούθησε τους ελάχιστους που καλούσαν σε «συμφιλίωση» με τους κατακτητές, με το σύνθημα «γερμανοί εργάτες, αδέρφια μας», ούτε αργότερα εκείνους που συκοφαντούσαν τον αγώνα της Κύπρου.
Ο υποφαινόμενος, στα χρόνια του Δημοτικού, συμμετείχε πρώτη φορά σε διαδήλωση για την Κύπρο. Στη συνέχεια, ήρθε πολλές φορές σε σύγκρουση με την εξουσία. Ποτέ όμως δεν ξέχασε το δίδαγμα των παιδικών του χρόνων: Για έναν λαό που, εδώ και οκτώ αιώνες, έχει πρόβλημα ανεξαρτησίας, όσοι, με οποιοδήποτε πρόσχημα, αρνούνται τη σύγκρουση με την πραγματική εξουσία, την ξένη προστασία και τον ιμπεριαλισμό, αργά ή γρήγορα, συντάσσονται μαζί της.
Τα σύμβολα της αντίστασης σε αυτό τον τόπο ευτυχώς ορίζονται ακόμα από ζώντες όπως ο Μανόλης Γλέζος, ο Βάσος Λυσσαρίδης, ο Τάσσος Παπαδόπουλος και τεθνεώτες όπως ο Γρηγόρης Αυξεντίου και ο Σολωμός Σολωμού. Η Ιστορία μας διηγείται πριν απ' όλα την «Αντίσταση στη φοβερή εξουσία», σύμφωνα με τα λόγια του ποιητή, και όχι τα μυθεύματα των οσφυοκαμπτών.
Στρατηγικό ρόλο σε αυτό το εγχείρημα καταλαμβάνει το ζήτημα της Ιστορίας, διότι ο εξανδραποδισμός ενός λαού διέρχεται από τη ριζοτόμηση της ιστορίας και της παράδοσής του:
Στα πανεπιστήμια, εδώ και χρόνια, κυκλοφορεί μια πρωτότυπη «ιστορική» αντίληψη που θέλει τους Ελληνες να συγκροτούνται ως έθνος μετά την Επανάσταση του 1821, αποκόβοντάς τους από μια ιστορική παράδοση χιλιετιών: «Είμαστε απλώς νεοέλληνες», πρόσφατης κοπής· επιπλέον, καλά ζούσαμε στην «πολυεθνική Οθωμανική Αυτοκρατορία» που, κατά τον ιστορικό Αντώνη Λιάκο, πρέπει να αντικαταστήσει τον όρο Τουρκοκρατία.
Ετσι και σήμερα πρέπει να προσαρμοστούμε στα νέα «πολυεθνικά μορφώματα», που μας ετοιμάζει η Νέα Τάξη. Αυτή η λογική:
Α Εξωραΐζει ή υποβαθμίζει την οθωμανική κατάκτηση, τη Μικρασιατική Καταστροφή, την εισβολή των Τούρκων στην Κύπρο το 1974.
Β Αποσκοπεί στην κάμψη αυτού που ο Ν. Σβορώνος αποκάλεσε «αντιστασιακό φρόνημα του ελληνισμού», «απομυθοποιώντας» όλες τις μεγάλες αντιστασιακές στιγμές. Σύμφωνα, λοιπόν, με τις νέες «αφηγήσεις», στο 1821 ή στην Εθνική Αντίσταση η έμφαση πρέπει να δίνεται κυρίως στην εμφύλια διαμάχη.
Γ Σ' ένα ευρύτερο πεδίο, επιδιώκει την αποδυνάμωση του εθνικού αισθήματος, της ιστορικής μνήμης και όλων των πολιτισμικών ιδιαιτεροτήτων των Ελλήνων. Το πατριωτικό αίσθημα κατασυκοφαντείται ως «εθνικιστικό», ενώ επιστρατεύεται η δικτατορία των συνταγματαρχών, ή ο Καρατζαφέρης, ως ιδεολογικό φόβητρο.
*Μιλούν για «αποδραματοποίηση» της Ιστορίας και αποσιωπούν τη γενοκτονία των Ποντίων, την ίδια στιγμή που αρνούνται -και δικαίως- οποιαδήποτε «λήθη» ως προς το Ολοκαύτωμα των Εβραίων. *Μάχονται λυσσαλέα τον «ελληνικό εθνοκεντρισμό», ενώ αποδέχονται την «αφήγηση» των Νεοτούρκων για τον Κεμάλ.
*Χρησιμοποιούν ως επιχείρημα τον «κατευνασμό» μεταξύ Γάλλων και Γερμανών, «ξεχνώντας» πως αυτός στηρίχθηκε στην αναγνώριση των ναζιστικών εγκλημάτων και την εγκατάλειψη του μιλιταρισμού από τη Γερμανία. Οταν όμως οι υπήκοοι αυτού του νέου αναδυόμενου «πολυεθνικού μορφώματος» ανακάλυψαν ότι αυτή η αντίληψη διοχετεύεται ακόμα και στο δημοτικό σχολείο -όπως συμβαίνει με το βιβλίο της Ιστορίας της ΣΤ'-, τότε ξέσπασε η «θύελλα».
Οντως το νέο βιβλίο της Ιστορίας της ΣΤ' Δημοτικού, που εγκρίθηκε επί Σημίτη και κυκλοφόρησε επί Καραμανλή, απηχεί αυτή την αντίληψη· η απόφαση για τη συγγραφή του συνδέεται με συμφωνίες των Τζεμ - Παπανδρέου, το 1999, χωρίς βέβαια τίποτε το ανάλογο να συμβεί από την τουρκική πλευρά.
Στο βιβλίο η ελληνική Επανάσταση περιγράφεται λίγο ώς πολύ με το ύφος των οδηγιών ενός... επιτραπέζιου παιχνιδιού· το παιδομάζωμα παρουσιάζεται ως «στρατολόγηση» των χριστιανικών πληθυσμών· οι Μικρασιάτες «συνωστίζονται» στο λιμάνι της Σμύρνης το 1922· αποσιωπούνται οι γενοκτονίες των Νεοτούρκων· ταυτοχρόνως, τονίζονται υπερβολικά οι πτυχές της συνύπαρξης για να υποβαθμιστεί η υποδούλωση, οι διωγμοί, η καταπίεση, η εκμετάλλευση. Αλλά ακόμα και από τη... Γαλλική Επανάσταση απουσιάζουν ο Ροβεσπιέρος και ο Μαρά.
Οι αντιδράσεις
Οι αντιδράσεις ήταν τόσο έντονες και γενικευμένες, ώστε το ζήτημα αναδείχθηκε σταδιακά σ' ένα από τα σημαντικότερα πολιτικά ζητήματα της επικαιρότητας. Η συζήτηση άναψε, με άρθρα και τοποθετήσεις που απηχούσαν και τις δύο απόψεις.
Παράλληλα, πάρθηκαν πολλαπλές πρωτοβουλίες για την απόσυρση του βιβλίου, μέσω Διαδικτύου (π.χ. η ιστοσελίδα του «Αντίβαρου»), σε τηλεοπτικές εκπομπές (π.χ. ο 902 TV), με εκδηλώσεις και αναλύσεις (π.χ. το τεύχος 62 του περιοδικού «Αρδην»).
Η αντίδραση των υποστηρικτών της «νέας ιστορίας» υπήρξε αλαζονική και πανικόβλητη. Η κ. Κουλούρη χαρακτήρισε τους αντιδρώντες αλαζονικά «housewives» και «εργάτες από τη Γερμανία». Ο κ. Λιάκος αναφέρθηκε σε... «ψυχωτικούς», επιστρατεύοντας το γνωστό αμάλγαμα ακροδεξιών και αριστερών! Και όμως, κατά του συγκεκριμένου βιβλίου έχουν ταχθεί το ΚΚΕ, όλα (!) τα κόμματα της κυπριακής Βουλής, πολλοί δημοσιογράφοι (μόνο στην «Ελευθεροτυπία», Στάθης, Τριάντης, Στεφανίδης, Μαλιγκούδης κ.ά.). Εκτός δε από τις ενοχλητικές «νοικοκυρές», στις 4.100 υπογραφές των διαμαρτυρομένων στο «Αντίβαρο» περιλαμβάνονται 125 πανεπιστημιακοί, 600 εκπαιδευτικοί και πολλοί άλλοι «αναρμόδιοι», όπως 541 ποντιακά και προσφυγικά σωματεία, η Ενωση Σμυρναίων, ενώσεις Κων/πολιτών.
Τέλος, ο υπουργός Παιδείας της Κύπρου διαμαρτυρήθηκε στην ελληνίδα υπουργό γι' αυτό ακριβώς το θέμα.
Δημιουργήθηκε, δηλαδή, ένα κίνημα που ήδη ξεπερνάει το συγκεκριμένο και αγκαλιάζει την ιστορική μας μνήμη γενικότερα. Και αυτό το κίνημα δεν αντιμετωπίζεται με συκοφαντίες, ούτε με πλαστογραφίες και αμαλγάματα.
Οσο για την Αριστερά, που ορισμένοι επικαλούνται, έγινε μεγάλη λαϊκή δύναμη μόνο όταν τέθηκε επικεφαλής του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα· δεν ακολούθησε τους ελάχιστους που καλούσαν σε «συμφιλίωση» με τους κατακτητές, με το σύνθημα «γερμανοί εργάτες, αδέρφια μας», ούτε αργότερα εκείνους που συκοφαντούσαν τον αγώνα της Κύπρου.
Ο υποφαινόμενος, στα χρόνια του Δημοτικού, συμμετείχε πρώτη φορά σε διαδήλωση για την Κύπρο. Στη συνέχεια, ήρθε πολλές φορές σε σύγκρουση με την εξουσία. Ποτέ όμως δεν ξέχασε το δίδαγμα των παιδικών του χρόνων: Για έναν λαό που, εδώ και οκτώ αιώνες, έχει πρόβλημα ανεξαρτησίας, όσοι, με οποιοδήποτε πρόσχημα, αρνούνται τη σύγκρουση με την πραγματική εξουσία, την ξένη προστασία και τον ιμπεριαλισμό, αργά ή γρήγορα, συντάσσονται μαζί της.
Τα σύμβολα της αντίστασης σε αυτό τον τόπο ευτυχώς ορίζονται ακόμα από ζώντες όπως ο Μανόλης Γλέζος, ο Βάσος Λυσσαρίδης, ο Τάσσος Παπαδόπουλος και τεθνεώτες όπως ο Γρηγόρης Αυξεντίου και ο Σολωμός Σολωμού. Η Ιστορία μας διηγείται πριν απ' όλα την «Αντίσταση στη φοβερή εξουσία», σύμφωνα με τα λόγια του ποιητή, και όχι τα μυθεύματα των οσφυοκαμπτών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου