Τρίτη 8 Μαρτίου 2011

Ρήσεις του Παπαδιαμάντη, μέρος δεύτερο


Γι ν᾿ ποκτήσ κανες γρόσια, λλος τρόπος δν εναι, πρέπ νχ μεγάλη τύχη, ν ερ στραβν κόσμο, κα ν εναι ατς μ᾿ να μάτι, δν το χρειάζονται δύο. Πρέπει ν φά σπίτια, ν καταπι χωράφια, ν βουλιάξ καράβια, μ τριανταξ τ κατ θαλασσοδάνεια, τ διάφορο κεφάλι.
Αλ. Παπαδιαμάντη “Τ βενέτικα”


   Θεός, στις καμε τς ράχνας δι ν συλλαμβάνουν τς μυΐας, παρεχώρησε ν πάρχουν ο τοκογλύφοι, δι ν τιμωρονται ο μέθυσοι κα ο κνηροί.
Αλ. Παπαδιαμάντη πεντάρφανος”..


- Κα τ κουνούπια πς ν ηραν τρόπον κι σώθησαν ες τν Κιβωτόν; Κι μγα; κα τ μυιγαράκια; κι ο μουσίτσες; -Κα τ μικρόβια; (…) -Κι ψύλλος, τάχα, πο ν τρύπωσε, κα κατώρθωσε ν γλυτώσ; επεν δασκάλα.
- Δν μφιβάλλω, τι στν κάλτσα τς Νώενας θ χώθη, πήντησεν μεγαλόσωμος. λοι κάγχασαν. - Μ ψείρα;
- , ψείρα; Xωρς λλο θ κόλλησε στ γενειάδα το Νε.
Αλ. Παπαδιαμάντη κάλτσα τς Νώενας”



« … Ω ! επτάκις μόνον !… εβδομηκοντάκις επτά θα είχον τώρα ανάγκην να περιζώσω τον ναόν της Αγίας Αναστασίας !… Τοσάκις είχε περιεζωσμένην την καρδίαν μου η άκανθα της πικράς αγάπης, τοσάκις την είχε περισφίξει το ερπετόν πάθος, το δολερόν…ευλαβούμην να είπω εις την Αγίαν, ησχυνόμην να ομολογήσω προς εμαυτόν, ότι ήμην, οψέ ήδη της ηλικίας, λεία του πάθους και έρμαιον… Αλλά προς τι να προσφέρω λαμπάδας και μοσχολίβανον, προς τι να περιζώσω με κηρία τον ναόν ; Η Αγία ηδύνατο ίσως να με θεραπεύσει, αλλ’ εγώ δεν επεθύμουν να θεραπευθώ. Θα επροτίμων να καίωμαι εις την φλόγαν την βραδείαν… Υπάρχουν εις τον Παράδεισον Άγιοι δεχόμενοι τας ευχάς των ερώντων; … Τάχα εκεί, δίπλα εις το παρεκκλήσιον της Φαρμακολυτρίας, εις το παλαιόν εκείνο μεγαλομάρμαρον κτήριον, το αινιγματώδες, να υπήρχε το πάλαι ιερόν της Αφροδίτης, να υπήρχε βωμός του Έρωτος ;
  Ω ! και όμως ετηκόμην… ώρας–ώρας επεθύμουν, ει δυνατόν, να ιατρευθώ.
Βοήθει, Αγία Αναστασία…»
Αλ. Παπαδιαμάντη “Η Φαρμακολύτρια”


« … Το σκολειό δεν έγινε για να μαθαίνουν τα παιδιά γράμματα. Έγινε για να μαζώνουνται οι κλήρες, τα παλιόπαιδα, τα διαβολόπουλα. Πώς μπορεί, το λοιπόν, ένας γονιός να τα έχει μπελά απ’ το πρωί ως το βράδυ ; Και πού συφτάνεται ένας φτωχός να τα θρέψει ; Μπορεί να τα χορταίνει κομμάτια ; Μήπως χορταίνουν, οι διαόλοι, ποτέ ; Και είναι ικανή μία χήρα γυναίκα να τρέχει από γιαλό σε γιαλό, από βράχο σε βράχο, για να τα συμμαζώνει ; Γιατί πληρώνεται ο δάσκαλος ; Για να έχει το βάρος αυτό, να είναι οι γονιοί ήσυχοι.
  Όταν είναι συμμαζωμένα εκεί – δα, μες στο σκολειό, γλιτώνει ο γονιός και κάμποσα κομμάτια, παραδείγματος χάριν. Ας τρώνε τα θρανία, που είναι ξύλινα, ας τρώνε τους πίνακες και τα χαρτιά τους, τους τοίχους και το πάτωμα, για να είναι οι νοικοκυραίοι ησυχότεροι για τες αχλαδιές των, τες βερικοκιές των, τες συκιές και τ’ αμπέλια των. Η καθεμιά πανδρεμένη, το λοιπόν, πρέπει να έχει μέρος για να ξεφορτώνεται την κλήρα της, που οι πλιότεροι άνδρες λείπουν χρόνο - χρονικής, η καθεμιά χήρα πρέπει να έχει μέρος για να ρίχνει το στριγγλικό της, τ’ αρφανό της. Η καθεμιά αρχόντισσα να έχει μέρος για να βάζει τον πάπο της, τον χήνο της, κι η καθεμιά φτωχή το θάρρος της και την απαντοχή της. Αυτά…»
Αλ. Παπαδιαμάντη “Η δασκαλομάνα”



    Η γλώσσα αύτη, εις ην είναι γεγραμμένα το τε Ευαγγέλιον και τα ιερ άσματα, έχει το μοναδικν εις τον κόσμον προνόμιον να εξακολουθ και μετ είκοσι αιώνας να είναι ζωντανή, εις την ακο τουλάχιστον. Ας δοκιμάσ τις να μεταφράση εν τροπάριον εις την δημώδη, και τότε θα ίδη ότι η γλώσσα τις εναι ζωνταν ες τ ρωικ κα ρωτικ σματα το λαο, εναι ψυχρ μέχρι νεκροφανείας δι τ τροπάρια. π.χ. "νοίξω τ στόμα μου, κα πληρωθήσεται πνεύματος…" Θ’ νοίξω τ στόμα μου, κα θ γεμίση πνέμμα ( πλέμμα, κα πλέγμα) κα λόγο θ βγάλω (διότι πς λλως θ’ ποδοθ μεταφορ μετωνυμία το ρεύξομαι;). "ξιόν στιν ς ληθς ς ληθς, μακαρίζειν σ τν Θεοτόκον…" ξίζει ληθιν να σ καλοτυχίζουμε σένα τ Θεοτόκο, πο εσαι πάντα καλότυχη, κα καθαρώτατη, κα μάννα το Θεο μας.

Μεταξ λων τν παγγελμάτων, ες λον τ Γένος, περν ξόχως τ πάγγελμα τς θρησκείας, καθς κα τ το πατριωτισμο.
γ εμαι τέκνον γνήσιον τς ρθοδόξου κκλησίας, κπροσωπουμένης π τν πισκόπων τς. Ἐὰν δ τυχν πολλο τούτων εναι μαρτωλοί, ρμοδία να κρίν εναι μόνον κκλησία, κα μόνον τ πειρον λεος το Θεο μες πρέπει να πικαλώμεθα.
μεγαλυτέρα ατία τς παρακμς τν μοναστηρίων εναι σκανδαλώδης νάμιξις τς Πολιτείας κα τν κοσμικν προσώπων ες τ καλογηρικ πράγματα.
Χριστς επεν " δυνάμενος χωρεν χωρείτω" κα πεφάνθη τι τελειότερος βίος δεν εναι δι’ λους, λλ δι’ κείνους "ος δέδοται", ννον τν γνείαν κα τν κτημοσύνην, τινα εναι βάσις τς μοναχικς πολιτείας. λλ θ επς τι τώρα καλογερικ ξέπεσε. Κα τ δεν ξέπεσεν; λοι ο παλαιο θεσμο εναι καλοί, λους τος νόθευσεν μάθεια κα κακία.
θικ δν εναι πάγγελμα κα στις ς πάγγελμα θέλει ν τν μετέλθ, πλανται οκτρς κα γίνεται γελοος.
ξεύρω τι οδες τολμ ποτε ν᾿ τενίσ ντς αυτο, ς ες βαθύ κα πύθμενον φρέαρ, πρς λιγγι ρασις. Κατοπτρίζεσθε μλλον ν τος πράγμασι το πλησίον κα ελόγως πράττετε.
πλουτοκρατία το κα θ εναι μόνιμος ρχων το κόσμου, διαρκς ντίχριστος. Ατη γενν τν δικίαν, ατη τρέφει τν κακουργίαν, ατη φθείρει σώματα κα ψυχάς. Ατη καταστρέφει κοινωνίας νεοπαγες.
Τίς μύνθη περ πάτρης; Κα τ πταίει γλαύξ, θρηνωδοσα π τν ρειπίων; Πταίουν ο πλάσαντες τ ρείπια. Κα τ ρείπια τ πλασαν ο κακο κυβερνται τς λλάδος.
λλως, δι ν γίνουν νέα θρησκευτικ σματα πρέπει ν γίν πρτα κα νέα θρησκεία... ς δοκιμάσουν λοιπν κενοι πο τ νειροπολον ατ ν κάμουν θρησκείαν χειροποίητον, θρησκείαν γι τ κέφια τους κα τότε θ καταλάβουν κα ο διοι πόσον εναι μωρο κα τυφλοί.
Αλ. Παπαδιαμάντ
Ν λθς μόνον...

Ες να μνμ᾿ γνώριστο μικρο κοιμητηρίου
δ
ν θέλω ν τ βλέπωσιν κτνες το λίου,
μηδ
κυπάρισσος σκαιά, μηδ᾿ πεχθς τέα
ν
τ σκιάζ. Καταιγς ς τ κτυπ βιαα!

Κα δν ποθ θυμίαμα, δν θέλω ψαλμδίαν,
ν
λθης μόνον σ ζητ, μίαν θαμβν πρωΐαν,
ν
βρέξης μ᾿ να δάκρυ σου τ διψασμένον χμα,
κι
ς σβύση μ τ δάκρυ σου κα τ᾿ νομά μου κόμα...

Αλ. Παπαδιαμάντη “Ρόδινα κρογιάλια”



« … Ήταν ανήλιαστη, άτυχε, η μέρα που γεννήθεις,
άλλοι επήραν τον ανθό και συ τη ρίζα πήρες. 
Όντας σε έπλασ’ ο Θεός δεν είχε άλλες μοίρες…»
 Αλ. Παπαδιαμάντη


ΑΠΟ ΤΟ ΕΠΕΤΕΙΑΚΟ ΛΕΥΚΩΜΑ: «ΕΙΣ ΜΝΗΜΗΝ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΠΑΠΑΔΙΑΜΑΝΤΗ» ΣΕ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΣΕΡ. ΚΑΚΟΥΡΑ – ΚΩΝ. ΜΠΑΛΩΜΕΝΟΥ


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου