Κυριακή 12 Δεκεμβρίου 2010

Οι Αμερικανοί είναι τόσο φτωχοί όσο αισθάνονται;


Για πολλούς Αμερικανούς, η ανάμνηση των ημερών όπου η βενζίνη κόστιζε 99 σεντς και ο καφές 50 σεντς μπορεί να τους δίνει το έδαφος για να γκρινιάξουν για το πόσο ακριβή έχει γίνει η ζωή, ειδικά τώρα εν μέσω οικονομικής ύφεσης. Η πραγματικότητα, ωστόσο, είναι ότι πολλά πράγματα δεν είναι τόσο ακριβά όσο νομίζουμε -ενώ μάλιστα πολλά από αυτά είναι σχετικά φθηνότερα από παλαιότερες εποχές...


Μια ματιά στο κόστος ζωής μεταξύ του 1980 και του 2010 δείχνει ότι το ονομαστικό εισόδημα αυξήθηκε περισσότερο από τις συνολικές τιμές καταναλωτή (ονομαστικό εισόδημα είναι το εισόδημα που δεν είναι προσαρμοσμένο σύμφωνα με τον πληθωρισμό). Η τιμή πολλών καθημερινών αγαθών, όπως τα τρόφιμα ή ακόμη η ενέργεια αυξήθηκαν με βραδύτερο ρυθμό από τις συνολικές τιμές καταναλωτή, που σημαίνει ότι το σχετικό τους κόστος είναι πιο χαμηλό, ενώ ορισμένα αγαθά υψηλού κόστους, όπως η εκπαίδευση και η υγειονομική περίθαλψη, έγιναν πιο ακριβά, προκαλώντας μια μετατόπιση των δαπανών.

Το 2009 το μέσο νοικοκυριό δαπάνησε 49.067 δολάρια σε δαπάνες όπως η στέγαση, η μετακίνηση, το φαγητό και η ψυχαγωγία -λιγότερα από το 2008, αλλά περισσότερα κατά 3.692 δολ. (σε δολάρια 2009) από το 1984- σύμφωνα με στοιχεία της έρευνας από το Γραφείο Στατιστικής για τις Καταναλωτικές Δαπάνες των ΗΠΑ.

Για να αναλύσει πόσο έχουν αλλάξει τα διάφορα κόστη, το Businessweek.com συνέκρινε τη μέση τιμή ορισμένων βασικών καταναλωτικών δαπανών σήμερα με τις αντίστοιχες δαπάνες του 1980, τη χρονιά που το Γραφείο Στατιστικής για την Εργασία των ΗΠΑ (Bureau of Labor Statistics) ξεκίνησε την έρευνά του σχετικά με τις καταναλωτικές δαπάνες που συνεχίζεται έως σήμερα. Πληροφορίες επί των τιμών αντλήθηκαν από εκθέσεις του Τιμή δεδομένα προέρχονται από εκθέσεις του BLS και τη μη κερδοσκοπική ερευνητική ομάδα του Συμβουλίου για την Κοινοτική και Οικονομική Έρευνα, καθώς και από άλλες πηγές.

Ένα Νέο Κόστος: Το Διαδίκτυο

Τα αποτελέσματα δείχνουν ότι οι σχετικές τιμές αγαθών όπως είναι τα είδη σούπερ μάρκετ και τα καύσιμα μειώθηκαν τα τελευταία 30 χρόνια, ενώ οι τιμές των μεγάλων δαπανών, όπως η υγειονομική περίθαλψη και η εκπαίδευση, υπερδιπλασιάστηκαν. Επίσης, στον προϋπολογισμό πολλών νοικοκυριών προστέθηκαν νέες δαπάνες για διάφορα μέσα και τεχνολογία, όπως οι υπολογιστές, το Ίντερνετ και τα κινητά τηλέφωνα, οι οποίες ανέρχονται κατά μέσο όρο σε πάνω από 1.000 δολάρια ανά άτομο ανά έτος, όπως αναφέρθηκε από τους The New York Times..

Ένας παράγοντας που οδηγεί στη μετατόπιση κόστους είναι η παραγωγικότητα. Ο Barry Bosworth, ανώτερο στέλεχος στον τομέα οικονομικών μελετών του Ινστιτούτο Brookings, λέει ότι οι σχετικές τιμές έχουν μειωθεί για αγαθά όπως τα ηλεκτρονικά προϊόντα, που είχαν επιδείξει ταχεία αύξηση των κερδών παραγωγικότητας κατά τη διάρκεια των δεκαετιών που πέρασαν.

Η εκπαίδευση είναι ένας από τους παράγοντες που συνετέλεσαν περισσότερο στην αύξηση των δαπανών. Από το 1980 το μέσο κόστος των διδάκτρων και της διαμονής και διαβίωσης των κολλεγίων και υπερδιπλασιάστηκαν σε πραγματικά δολάρια (άλμα σχεδόν 500 τοις εκατό σε ονομαστικές τιμές), σε 20.435 δολάρια το 2008 ανά έτος, σύμφωνα με το Εθνικό Κέντρο Στατιστικής για την Εκπαίδευση. Η αύξηση μπορεί να αποδοθεί σε διάφορους παράγοντες, συμπεριλαμβανομένης της μείωσης της κρατικής χρηματοδότησης προς τα δημόσια πανεπιστήμια κατά την τελευταία δεκαετία, της αδυναμίας των ιδρυμάτων να εκπαιδεύουν περισσότερους φοιτητές με λιγότερους πόρους, καθώς και των δαπανών σε νέες τεχνολογίες και υπηρεσίες όπως παροχή συμβουλευτικών υπηρεσιών προς τους φοιτητές, λέει η Sandy Baum, ανεξάρτητη αναλύτρια πολιτικής του κολεγιακού συμβουλίου και καθηγήτρια Οικονομικών στο Skidmore College.

Κόστος πανεπιστημιακής εκπαίδευσης
Η αύξηση μπορεί να φαίνεται απότομη, αλλά ο Bosworth λέει ότι έχει αυξηθεί επίσης και η απόδοση της πανεπιστημιακής εκπαίδευσης: Το 1980 οι αμοιβές του μέσου αποφοίτου κολεγίου ήταν 30 τοις εκατό μεγαλύτερες από τις αντίστοιχες ενός αποφοίτου λυκείου, και πριν την ύφεση, το κόστος της εκπαίδευσης είχε αυξηθεί πάνω από 60 τοις εκατό, σύμφωνα με ένα έκθεση του Εθνικού Γραφείου Οικονομικών Ερευνών.

Η έμφαση στην εκπαίδευση επηρεάζει επίσης έμμεσα το κόστος ζωής, υποστηρίζουν η καθηγήτρια Elizabeth Warren και η συγγραφέας Amelia Warren Tyagi της Νομικής Σχολής του Χάρβαρντ στο The Two-Income Trap(Basic Books, 2003). Καθώς οι περιοχές γύρω από τα καλά σχολεία προσέλκυσαν τη ζήτηση για κατοικίες σε μία κοινότητα, οι αγοραστές κατοικιών ξεκίνησαν ένα αγώνα προσφορών που εκτόξευσε τις τιμές των ακινήτων. Πολλοί αγόρασαν σπίτια που δεν μπορούσαν να αντέξουν οικονομικά.

Σε πραγματικά δολάρια, η μέση τρέχουσα τιμή κατοικίας το 2006 ανέβηκε κατά περίπου 40 τοις εκατό από τα επίπεδα του 1980, σύμφωνα με στοιχεία της Εθνικής Ένωσης Κτηματομεσιτών. Το χάσμα έχει μειωθεί καθώς οι τιμές έπεσαν κατά περίπου ένα τέταρτο από τα υψηλότερα επίπεδά τους. Οι δαπάνες για αγορά κατοικιών, ενοίκια και εξοχικά αυξήθηκαν στο 20,5 τοις εκατό των συνολικών δαπανών το 2009, από 15,9 τοις εκατό το 1984, σύμφωνα με τα στοιχεία του BLS.

"Όταν οι τιμές των ακινήτων ανέβαιναν με γοργούς ρυθμούς, ήταν δυνατό να δανειστεί κανείς κάποια από το καθαρό κεφάλαιο για να βοηθήσει την κατανάλωση», λέει ο Bosworth. "Το αποτέλεσμα ήταν μία αύξηση της κατανάλωσης που ξεπέρασε την αύξηση των εισοδημάτων."

Ο Εφιάλτης των Ιατρικών Δαπανών

Ένα άλλο κόστος που έχει αυξηθεί σημαντικά είναι η υγειονομική περίθαλψη. Η ασφάλιση υγείας υπερδιπλασιάστηκε ανεβαίνοντας στο 3,6 τοις εκατό του μέσου όρου της ετήσιας δαπάνης (ελαφρώς περισσότερο από ό, τι ξοδεύεται για ηλεκτρική ενέργεια) μεταξύ των ετών 1984 και 2009, σύμφωνα με το BLS. Η μέση ετήσια δαπάνη για απλή κάλυψη φέτος είναι 5.049 δολάρια, σύμφωνα με στοιχεία του Kaiser Family Foundation. Μερικοί από τους παράγοντες που οδήγησαν σε αύξηση των δαπανών αυτών είναι το αυξανόμενο κόστος των υπηρεσιών του ιατρού και των κλινικών, των νοσηλίων, των δαπανών εξωτερικών ιατρείων, καθώς και η αυξημένη χρήση των υπηρεσιών, σύμφωνα με μια έκθεση του 2008 από την PricewaterhouseCoopers.

Φυσικά, το αν η ζωή έχει γίνει περισσότερο ή λιγότερο ακριβή σε σχέση με το εισόδημα εξαρτάται από το πόσο κάποιος καταναλώνει. «Το οικιακό εισόδημα, ακόμη και μετά πληθωριστικής προσαρμογής, αυξήθηκε, πράγμα το οποίο δείχνει ότι η ευημερία έχει αυξηθεί», λέει ο Scott Hoyt, διευθυντής του τμήματος οικονομίας του καταναλωτή της Moody΄sAnalytics.

Ο δείκτης τιμών καταναλωτή-ο οποίος περιλαμβάνει τρόφιμα και ποτά, στέγη, ένδυση, μεταφορά, ιατρική περίθαλψη, ψυχαγωγία, εκπαίδευση, επικοινωνία, και άλλα αγαθά και υπηρεσίες-αυξήθηκε σχεδόν 160,4 τοις εκατό, σε 214.537 από το 1980 έως το 2009, σύμφωνα με στοιχεία του BLS. Κατά την ίδια περίοδο, το μέσο οικιακό εισόδημα σε ονομαστικές τιμές αυξήθηκε κατά 181 τοις εκατό, σε 49.777 δολάρια, σύμφωνα με στοιχεία του αμερικανικού Γραφείου Απογραφής, ή 8 τοις εκατό σε πραγματικές τιμές. Τα στοιχεία του BLS καταδεικνύουν ότι ενώ τα υψηλά εισοδήματα σημειώνουν τη μεγαλύτερη αύξηση κατά την περίοδο αυτή, το μέσο εισόδημα αυξήθηκε για τα μεσαία εισοδήματα επίσης.

Αυξανόμενες Οικονομικές Υποχρεώσεις

Οι Warren και Tyagi γράφουν ότι σε σύγκριση με τη δεκαετία του 1970, περισσότερες οικογένειες έχουν πλέον δύο εισοδήματα πλήρους απασχόλησης, αλλά η αλλαγή του τρόπου ζωής οδήγησε σε νέες ανάγκες, όπως ένα δεύτερο αυτοκίνητο ή ένα παιδικό σταθμό. Αφού μία μέση οικογένεια με δύο μισθούς καλύψει τα έξοδα για το σπίτι, το αυτοκίνητο, την ασφάλιση, τη φροντίδα των παιδιών, μπορεί της έχουν απομείνει λιγότερα χρήματα, έστω και αν υπάρχει ένας δεύτερος εργαζόμενος πλήρους απασχόλησης, μας λένε.

Οι οικονομικές υποχρεώσεις (στεγαστικό δάνειο, ενοίκιο, δόσεις καταναλωτικών δανείων, δόσεις αυτοκινήτου, καθώς και οι φόροι ακίνητης περιουσίας), ανήλθαν σε 17,02 τοις εκατό του διαθέσιμου προσωπικού εισοδήματος κατά το δεύτερο τρίμηνο του 2010, από 15,45 τοις εκατό το 1980, φθάνοντας το υψηλό των 18,86 το 2007, σύμφωνα με στοιχεία της Federal Reserve των ΗΠΑ. Οι οικονομικές υποχρεώσεις αντιπροσωπεύουν μεγαλύτερο τμήμα των εσόδων σε πολλά νοικοκυριά, αλλά ο δείκτης επηρεάζεται από τα υψηλά εισοδήματα.

«Από τα μέσα της δεκαετίας του 1980 έως τα μέσα της τελευταίας δεκαετίας, οι καταναλωτές φορτώνονται συνεχώς με δάνεια. Το χρέος των νοικοκυριών αυξήθηκε πολύ ταχύτερα από το εισόδημα των νοικοκυριών», δηλώνει ο Hoyt σε μία έκθεση της Moody’sAnalytics. «Η χρήση της πιστωτικής κάρτας επεκτάθηκε γρήγορα, και οι τεχνολογικές καινοτομίες έδωσαν σε περισσότερους καταναλωτές πρόσβαση σε δάνεια, συμπεριλαμβανομένων των δανείων που δίνονται προκειμένου να εξυπηρετηθούν άλλα δάνεια».

Περισσότερα αυτοκίνητα, περισσότεροι υπολογιστές

Η απόκτηση αυτοκινήτου ανέβηκε απότομα στο 14,3 τοις εκατό, αυτό σημαίνει 1,91 οχήματα ανά νοικοκυριό, από το 1983 έως το 2009, σύμφωνα με μια έκθεση του υπουργείου Ενέργειας των ΗΠΑ. Επίσης, οι νέες τεχνολογίες, όπως το υλικό και το λογισμικό των υπολογιστών, οι υπηρεσίες Διαδικτύου και κινητής τηλεφωνίας, αυξήθηκαν από σχεδόν το μηδέν στο 2 τοις εκατό των συνολικών δαπανών, σύμφωνα με το BLS.

Τα τρόφιμα ως ποσοστό των συνολικών δαπανών μειώθηκε στο 13 τοις εκατό το 2009, από 15 τοις εκατό το 1984, λέει το BLS. Ο δείκτης τιμών καταναλωτή για τα τρόφιμα αυξήθηκε λιγότερο από τις γενικές τιμές. Από το 1980 έως το 2010, η μέση τιμή σε πραγματικά δολάρια για ένα κιλό καφέ μειώθηκε κατά 55,9 τοις εκατό, σε 3,70 δολάρια, δείχνουν τα στοιχεία του BLS. Η τιμή για ένα κιλό μοσχαρίσιο κιμά μειώθηκε κατά 31,7 τοις εκατό (μετά πληθωριστικής προσαρμογής), σε 2,72 δολάρια, σύμφωνα με το Συμβούλιο για την Κοινότητα και την Οικονομική Έρευνα.

Το 2010, η τιμή των βασικών γεωργικών προϊόντων έχει αρχίσει να αυξάνεται, αλλά οι τιμές λιανικής για τα τρόφιμα δεν αυξάνονται παράλληλα με  τις τιμές χονδρικής. Ένα 10 τοις εκατό μεταβολή της τιμής χονδρικής του καφέ, για παράδειγμα, είναι πιθανό να οδηγήσει σε αλλαγή 3 τοις εκατό της λιανικής τιμής, σύμφωνα με έκθεση του υπουργείου Γεωργίας των ΗΠΑ.

Άλλες κατηγορίες με μειώσεις δαπανών περιλαμβάνουν αυτή της ενέργειας -παρόλο που οι τιμές είναι ευμετάβλητες. Τα στοιχεία του BLS δείχνουν ότι σε δολάρια μετά πληθωριστικής προσαρμογής, οι πραγματικές δαπάνες το 2009 για φυσικό αέριο ήταν 21,2 τοις εκατό κάτω από τα επίπεδα του 1984 και οι δαπάνες την βενζίνη έπεσαν κατά 9 τοις εκατό. Επίσης, είδη ένδυσης και υπηρεσίες όπως το στεγνό καθάρισμα μειώθηκαν στο 4 τοις εκατό των συνολικών ετήσιων δαπανών, από 6 τοις εκατό το 1984, σύμφωνα με το BLS.

Μεσούσης της ύφεσης, οι δαπάνες έχουν περικοπεί ενώ η αποταμίευση έχει αυξηθεί, ωστόσο ο Bosworth σημειώνει ότι οι ΗΠΑ "εξακολουθούν να είναι μία εξαιρετικά πλούσια κοινωνία, όπου οι Αμερικανοί διατηρούν υπερμεγέθεις «ανάγκες» κατανάλωσης σε σχέση με άλλες κοινωνίες." Ακόμη και αν οι τιμές παρουσιάζουν διακυμάνσεις, το πόσο ξοδεύει κανείς μπορεί να εξαρτάται λιγότερο από το τι έχουν ανάγκη τα άτομα και περισσότερο από το τι επιθυμούν.

Capital.gr/ 11 – 12 – 2010

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου