Πέμπτη 30 Αυγούστου 2012

ΤΑ ΠΑΙΔΙΚΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΩΝ ΠΑΠΠΟΥΔΩΝ ΜΑΣ ΑΦΗΓΕΙΤΑΙ Η ΜΑΡΙΑ ΠΙΤΣΕΛΗ – ΖΑΡΓΑΝΗ



Εκδήλωση στην ύπαιθρο. Διακρίνονται ο ιερέας και ο αστυνόμος του χωριού

Α. Καταγωγή - Οικογενειακά στοιχεία

      Με λένε Μαρία Πιτσέλη-Ζαργάνη και είμαι 60 ετών. Οι γονείς μου κατάγονταν από τη Γλύφα Φθιώτιδος και ήταν γεωργοί.  Αγαπούσα και τους δύο γονείς μου που μου φέρονταν πολύ καλά. Μέχρι τα 23 χρόνια μου έζησα στη Γλύφα. Δίπλα από το σπίτι μου ήταν το Δημοτικό Σχολείο και είχε ακακίες.
Όταν ο αδερφός μου ήταν φαντάρος στη Λαμία, ήρθε στο χωριό και με ζήτησε σε γάμο ο τωρινός άντρας μου. Μετά παντρευτήκαμε. Είχα αδέρφια (3 κορίτσια και 3 αγόρια). Όταν ήμασταν μικροί τσακωνόμασταν σαν παιδιά. Τα κορίτσια τότε ήταν λίγο περιορισμένα. Όταν έλλειπαν οι γονείς μας, τότε τα μεγαλύτερα παιδιά πρόσεχαν τα μικρότερα.
Η μεγαλύτερη αταξία που έκανε και με τιμώρησε ο δάσκαλος ήταν γιατί μιλούσα μέσα στην εκκλησία. Οι γονείς μας δεν μας έδερναν...

 Β. Σχολική ζωή

Πήγα στο Δημοτικό Σχολείο Γλύφας. Ήταν μονοθέσιο. Το κτίριο ήταν πέτρινο, είχε σκαλοπάτια κι ένα μεγάλο προαύλιο. Κάναμε μάθημα πρωί κι απόγευμα. Το σχολείο ήταν πολύ κοντά, απέναντι από το σπίτι μου. Αγαπούσα το σχολείο. Είχε τότε 60 μαθητές περίπου. Πηγαίναμε σχολείο από τις 8 έως τη 1 και μετά από τις 3 έως τις 5. Τα μαθήματα που κάναμε ήταν : έκθεση, ιστορία, αριθμητική, θρησκευτικά, γεωγραφία, ανάγνωση, γυμναστική, χορό και ζωγραφική.
Είχαμε 2 δασκάλους τον κ. Κ. Κωστόπουλο και την κ. Γεωργία Λάζου-Κωστοπούλου, που ήταν πολύ καλοί. Καλοί μαθητές θεωρούνταν αυτοί που παίρναν άριστα. Για να γράφουμε στις πρώτες τάξεις είχαμε πλάκα και κιμωλία. Από την Τετάρτη τάξη και μετά είχαμε κοντυλοφόρο, πένα και μελάνη. Τα βιβλία μου δεν τα έχω κρατήσει.
Στη γιορτή της 25ης Μαρτίου είχα πει ένα ποίημα για τον Παπαφλέσσα, που έλεγε :

Του Φλέσσα η μάνα κάθεται
στην πολιανή τη ράχη
τα κοντοβούνια αγνάντευε
και τα πουλιά ρωτάει.

Πουλάκια αηδονάκια μου
που ’ρχεστε στον αέρα
μην είδατε το στρατηγό
το Φλέσσα αρχιμανδρίτη;

Εμείς προχτές τον είδαμε
πέρα μες στο Μανιάκι
τον Ιμπραήμ πολέμαγε
με διαλεχτούς λεβέντες.

Μπραΐμης βάζει τη φωνή
λέει στον Παπαφλέσσα
έβγα Φλέσσα προσκύνησε
με όλο σου τ’ ασκέρι.

Για κολατσιό φέρναμε από το σπίτι κάτι. Στο διάλειμμα παίζαμε. Παρέλαση πέρασα στο χωριό, όταν πηγαίναμε στην εκκλησία με τη σημαία. Μετά πηγαίναμε στο σχολείο και εκεί ο δάσκαλος έφτιαχνε σκηνή και παίζαμε σκετς. Δεν υπήρχε άλλο σχολείο στο χωριό. Όλα τα παιδιά πηγαίναμε στο σχολείο. Δεν συνέχισαν πολλά παιδιά σε ανώτερα σχολεία.
Οι γονείς ήξεραν γράμματα, ήταν του Δημοτικού. Τότε για να σπουδάσεις έπρεπε να φύγεις με το καΐκι από τη Γλύφα και να πας στη Στυλίδα. Τα αγόρια ήθελαν να σπουδάσουν. Στα μαθήματά μου σε βοηθούσε λιγάκι ο μπαμπάς μου. .
Ξένες γλώσσες δεν μαθαίναμε. Κάποια παιδιά είναι αλήθεια ότι πήγαιναν σχολείο ξυπόλητα. Για ρούχα φορούσαμε φούστα μπλε και άσπρο πουκάμισο. Τα αγόρια παντελονάκι κι ένα μπλουζάκι. Η σχολική τσάντα μου ήταν πάνινη και την είχε ράψει η μαμά μου.


Γ. Παιχνίδια

Τα παιχνίδια που παίζαμε ήταν μπάλα (ράβαμε ένα πανάκι και μέσα είχε πίτουρα). Μαζεύαμε κοχύλια από τη θάλασσα. Φτιάχναμε κούνιες στις ελιές. Παίζαμε μακριά γαϊδούρα. Φτιάχναμε γουρνούλες και κυλάγαμε τη μπάλα να μπει μέσα. Όλα γίνονταν στις αλάνες.
Το αγαπημένο μου παιχνίδι ήταν οι κούνιες στις ελιές. Ποδόσφαιρο παίζανε τα αγόρια. Μπάλα φτιάχνανε από πανιά. Πετούσαμε χαρταετό, που φτιάχναμε από εφημερίδες. Από τα παιχνίδια θυμάμαι περισσότερο το κρυφτούλι.
Τα αγαπημένα παιχνίδια των κοριτσιών ήταν το κρυφτούλι και οι κούκλες. Τις έφτιαχναν με πανάκια. Αγόρια και κορίτσια παίζαμε μαζί, συνήθως κρυφτό και τσιλίκα. Μας άρεσε η ζωγραφική και να φτιάχνουμε σπιτάκια με την άμμο της θάλασσας. Ποδήλατο δεν είχαμε.
Τα αδέρφια μου έφτιαξαν πατίνι, με ρόδα και ένα μεγάλο ξύλο για τιμόνι. Κυνηγούσαμε πουλιά με ξόβεργες και με σφεντόνα. Στο κλουβί είχαμε τρυγόνια και καρδερίνες. Στη θάλασσα ψαρεύαμε με πυροφάνι.
Στα παιδικά μου χρόνια δεν έφαγα παγωτό.


Δ. Άλλα ενδιαφέροντα

Όταν είμαστε στο σπίτι κάναμε δουλειές. Στο χωριό δεν έφερναν εφημερίδες και περιοδικά. Δεν άκουσα ιστορίες από τη γιαγιά μου γιατί δεν πρόλαβα να τη γνωρίσω. Βοηθούσαμε στα περιβόλια μαζεύοντας ελιές. Το αγαπημένο φαγητό ήταν κόκορας με μακαρόνια.
Τραγουδούσαμε τα κάλαντα. Πηγαίναμε σε παρέες και μας έδιναν αυγά, κουκουσούλες ή γλυκά. Τα βράδια του χειμώνα διαβάζαμε κάτω απ’ τη λάμπα. Το καλοκαίρι, κάθε βράδυ με τη βαρκούλα πηγαίναμε βαρκάδα.
Από τα ξένα χωράφια κλέβαμε κάνα φρούτο. Κάποια φορά μας κατάλαβε ο ιδιοκτήτης αλλά δεν μας μάλωσε. Κάθε Κυριακή πηγαίναμε απαραίτητα με το σχολείο στην εκκλησία των Αγίων Αναργύρων. Όλοι οι μεγαλύτεροι μας αγαπούσαν. Με τις “καλές τέχνες” ή με τον αθλητισμό δεν ασχολήθηκε κανείς μας.


Ε. Κοινωνική-Πολιτιστική ζωή

Κάθε Σάββατο γινόταν χορός στην παραλία. Πανηγύρια γίνονταν στις 9 Μαΐου στο νησάκι του Αγίου Νικολάου, την 1η Ιουλίου των Αγίων Αναργύρων και στις 15 Αυγούστου. Ο μπαμπάς μου έψηνε αρνιά, έφερναν και όργανα και χορεύαμε. Έπαιζαν δημοτικά τραγούδια. Η ορχήστρα είχε κλαρίνο, βιολί, σαντούρι και ακορντεόν. Θυμάμαι τους τραγουδιστές Ζάχο και Πυργάκη.
Στο σπίτι γλεντούσαμε στις απόκριες και στις γιορτές των Χριστουγέννων και του Πάσχα. Ακούγαμε και χορεύαμε δημοτικά τραγούδια. Θυμάμαι τα λόγια ενός τραγουδιού :
Μπήκαν τα γίδια στο μαντρί
Τα πρόβατα στη στρούγκα
Χρυσούλα κι αδερφούλα μ’.
Οι μεγαλύτεροι χορεύανε τότε δημοτικούς χορούς (συρτό και τσάμικο), αλλά και ευρωπαϊκούς, όπως ταγκό ή βαλς. Τις μεγάλες γιορτές (Χριστούγεννα, Πάσχα) τις γιορτάζαμε στο σπίτι και περνάγαμε πάρα πολύ ωραία.
Στις Αποκριές μαζευόμασταν όλοι οι συγγενείς, ψέναμε, τρώγαμε, χορεύαμε και ντυνόμασταν με παλιά ρούχα. Ανάβαμε φωτιές και σ’ αυτές πηδάγαμε και χορεύαμε. Τη σαρακοστή νηστεύαμε όλοι. Τρώγαμε ψάρια, φασολάδα, χορτόπιτες, ψωμί, ελιές και κρεμμύδια.
 Στην ονομαστική γιορτή του πατέρα γιορτάζαμε με γλέντι στο σπίτι. Ερχόταν όλο το χωριό, έτρωγαν, έπιναν και χορεύανε. Τα καλά ρούχα που φορούσαμε τις Κυριακές και γιορτές ήταν απλά ρουχάκια. Οι γυναίκες δεν φορούσαν κοσμήματα, εκτός από ένα σταυρουδάκι. Τα μαλλιά τους τα έκαναν κότσο και αλογοουρά. Δεν τα έβαφαν.
Στη γιορτή κάποιου, για δώρο ο κόσμος τότε πήγαινε κρασί. Με τους άλλους συγγενείς είχαμε στενές σχέσεις. Τέλος του Αυγούστου οι γονείς μου πηγαίνανε στο παζάρι στον Αλμυρό. Αγόραζαν τσουράπια, σώβρακα, φανέλες και πετσέτες.
Δεν είχε έρθει ποτέ τσίρκο, ούτε κινηματογράφος. Παίζαμε μόνοι μας Καραγκιόζη, με έργο “ο Καραγκιόζης στην αλάνα”. Βρέθηκα σε πολλούς παραδοσιακούς γάμους, όπου πήγαμε καβάλα με τα γαϊδουράκια και βάλαμε πάνω τους τα προικιά.
Στο χωριό πολλοί είχαν παρατσούκλια, όπως τα αδέρφια μου τα έλεγαν Κάβουρα τον ένα και Χιονιά τον άλλο. Γινόταν για πλάκα.

ΑΠΟ ΤΗ ΣΥΛΛΟΓΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «ΤΑ ΠΑΙΔΙΚΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΩΝ ΠΑΠΠΟΥΔΩΝ ΜΑΣ» ΤΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ/ΜΑΘΗΤΡΙΩΝ ΤΟΥ 3ου ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ ΛΑΜΙΑΣ ΠΕΡΙΟΔΟΥ 2010, ΣΕ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΣΕΡ. ΚΑΚΟΥΡΑ – ΚΩΝ. ΜΠΑΛΩΜΕΝΟΥ


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου