Τετάρτη 6 Απριλίου 2016

ΑΣΤΙΚΟΠOΙΗΣΗ ΚΑΙ ΑΣΤΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ


Δημητρίου Πενταγιώτη πολιτικού μηχανικού – Έκδοση  Τ.Ε.Ε., τμήμα Ανατολικής Στερεάς
«Μέσα στα επόμενα δυο χρόνια ο αστικός πληθυσμός της γης για πρώτη φορά στην  ιστορία της  ανθρωπότητας θα ξεπεράσει τον αγροτικό», μας επισημαίνει ο συγγραφέας, σύμφωνα με έγκυρα στοιχεία που έχει συλλέξει.
Πόσο διαπεραστικά και παράξενα ηχεί στ’ αυτιά μας τούτη η βαρύγδουπη διαπίστωση! Μάλιστα, έτσι έχουν τα πράγματα και το δια ταύτα είναι πως κάτι πρέπει να ξεκινήσει να γίνεται και μάλιστα ανυπερθέτως για την πολυπόθητη, ευλογημένη κι άγια  ανάσχεση αυτού του φαινομένου,  που υποκινεί εμμέσως πλην σαφώς στη δημιουργία πόλεων μαμούθ στις οποίες είναι ηλίου φαεινότερο ότι υποβαθμίζεται βάναυσα η ζωή των κατοίκων τους...

Εδώ ο εξαίρετος συγγραφέας με την άπαιχτη γραφή του αναφέρει τρόπους αντιμετώπισης αυτής της εξόχως δραματικής κατάστασης η οποία  κάνει σε πολλές περιοχές του πλανήτη αβίωτη, με όλη  τη σημασία της λέξης, τη ζωή των κατοίκων τους.  Επιχειρεί εύστοχα μια συνοπτική  αναδρομή στους πρώτους παραποτάμιους αγροτικούς οικισμούς της Αιγύπτου και της Μεσοποταμίας (κι όχι μόνο), αναφέροντας τις σκοπιμότητες και τους τρόπους με τους οποίους δημιουργήθηκαν. Συνεχίζει προσεγγίζοντας μ’ επιδέξιο, μαγικό, θα ‘λεγα, τρόπο την αστικοποίηση και την αστική ανάπτυξη διαμέσου των αιώνων, κάνοντας ειδική αναφορά στη Βαβυλώνα, την με καθαρά αστικό χαρακτήρα αρχαιότερη πόλη του κόσμου και φτάνει μέχρι τις σημερινές πόλεις – τέρατα.
Στάσεις σε τούτη την αξιόλογη ιστορική πλοήγησή του αποτελούν η πόλη της αρχαίας Αθήνας, το φωτεινό αστέρι του αρχαίου κόσμου, η Αλεξάνδρεια και η Αντιόχεια, αντιπρόσωποι της λεγόμενης ελληνιστικής πόλης, η αρχαία Ρώμη, ο νους κι η καρδιά ολόκληρης της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, η Κωνσταντινούπολη, η οποία διαδέχτηκε την Αιώνια πόλη ως νέα πρωτεύουσα της αυτοκρατορίας κι εξελίχθηκε σε κέντρο του βυζαντινού πολιτισμού για πάνω από χίλια έτη.
 Δεν παραλείπει  με αριστοτεχνικό χειρισμού του γραπτού λόγου ν’ αναφερθεί  στις σύγχρονες πόλεις που αναπτύχθηκαν και διαμορφώθηκαν από τη λεγόμενη βιομηχανική επανάσταση, με τα όποια τεράστια προβλήματα παρουσιάζουν εις βάρος κυρίως της ποιότητας της ζωής των πληθυσμών τους Λονδίνο, Τόκυο, πόλη του Μεξικού,  Νέα Υόρκη, Κάιρο κ.λ.π. αλλά και στα όποια θετικά στοιχεία έχουν να επιδείξουν ορισμένες άλλες, όπως το Παρίσι με το κέντρο Ποπιντού, τη νέα Όπερα, την περιοχή Ντεφάνς, όπως  το Μπιλμπάο με το περίφημο Μουσείο μοντέρνας τέχνης σε αντίθεση με το αθηναϊκό Μουσείο της Ακρόπολης, το οποίο δυστυχώς αποτελεί παράδειγμα προς αποφυγήν ως προς την επιλογή του τόπου και του τρόπου κατασκευής του, όπως η Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου με την ξακουστή νέα Βιβλιοθήκη της και τα λοιπά και τα λοιπά.  
Μέσα στα πλαίσια της σημερινής πραγματικότητας των μεγαλουπόλεων κάνει ειδική αναφορά στις ελληνικές πόλεις με προεξάρχουσα την υδροκέφαλη Αθήνα αν και αριθμεί μόνο πέντε περίπου εκατομμύρια κατοίκους, συμπεριλαμβάνεται στις σημερινές μεγαλουπόλεις που  ο πληθυσμός τους υπερβαίνει τα  δέκα εκατομμύρια, και τούτο συμβαίνει εξαιτίας των παρόμοιων με αυτές προβλημάτων που παρουσιάζει (υποβαθμισμένη ποιοτικά ζωή  μέσα στην κυκλοφοριακή ζούγκλα, στο αφόρητο νέφος που τις περισσότερες ώρες της μέρας χτυπάει κόκκινο  και τα λοιπά και τα λοιπά). Επίσης υπογραμμίζει τα προβλήματα των προαστίων της ελληνικής πρωτεύουσας, μεταξύ των οποίων και αυτό της απομόνωσης εκείνων των κατοίκων τους οι οποίοι αδυνατούν, ακόμα και κατά περιόδους, να επισκέπτονται το κέντρο και βγάζει το αδιάψευστο συμπέρασμα πως σίγουρα οι άνθρωποι αυτοί μειονεκτούν  έναντι  των κατοίκων των κωμοπόλεων της υπόλοιπης Ελλάδας για τους οποίους, όπως αναφέρει, η  απομόνωση είναι σπάνιο  φαινόμενο. Άξια μνείας είναι η ειδική αναφορά του στις αμφίσημες κρίσεις (θετικές κι αρνητικές μαζί) διαφόρων αξιόλογων αρχιτεκτόνων τόσο για την για την Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη, όσο και για την ελληνική πόλη γενικότερα. 
Εξαντλώντας τη σύντομη  περιδιάβασή μας στο πολύ αξιόλογο κείμενο του  βιβλίου, οφείλουμε  να τονίσουμε και μάλιστα με πηχυαία γράμματα πως όσοι θα έχουν την τύχη να το διαβάσουν θα αποκομίσουν  την  αίσθηση, ότι απόλαυσαν  πολλαπλάσιες σελίδες από κείνες που συνολικά αριθμεί. Τούτο καταδεικνύει με τον καλύτερο τρόπο το ταλέντο, την ευρυμάθεια και την άρτια γλωσσική κατάρτιση του συγγραφέα Δημητρίου Πενταγιώτη, στον οποίο ευχόμαστε από καρδιάς τη δημιουργία κι άλλων δοκιμιακών πονημάτων.
                                                    Λαμία Απρίλιος 2016
                                        Κάρολος Μεσσηνέζης

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου