Τετάρτη 24 Σεπτεμβρίου 2014

ΤΑ ΠΑΙΔΙΚΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΩΝ ΠΑΠΠΟΥΔΩΝ ΜΑΣ. ΑΦΗΓΕΙΤΑΙ Η ΔΗΜΗΤΡΑ ΡΟΥΣΚΑ


Αγωγιάτης στο πέρασμα γεφυριού  (Πηγή: http://amfictyon.blogspot.gr/)

Α. Καταγωγή – Οικογενειακά στοιχεία
Oνομάζομαι Ρούσκα Δήμητρα. Είμαι 71 ετών και οι γονείς μου είναι από την Πανουργιά Φωκίδας. Ο πατέρας μου ήταν έμπορος και η μητέρα μου δασκάλα. Τα παιδικά μου χρόνια, ως τα 11,  τα έζησα στο χωριό και τα νεανικά μου στη Λαμία. Τα σπίτια του χωριού μου ήταν απλά με κήπους και δέντρα ολόγυρά τους και οι κάτοικοί του πολύ ζεστοί και συνδεδεμένοι μεταξύ τους. Ήταν πολύ όμορφα εκεί.
Είχα μια αδερφή και έναν αδερφό. Τους αγαπούσα πολύ και τους δυο. Όσο ήμασταν μικρά, μας πρόσεχε στο σπίτι η γιαγιά. Αταξίες δεν έκανα κι έτσι δε χρειάστηκε να με τιμωρήσουν οι γονείς μου ποτέ. Ιδιαίτερα ο πατέρας μου ουδέποτε σήκωσε χέρι πάνω μου. Όταν μεγάλωσα παντρεύτηκα τον άντρα μου με συνοικέσιο... 


Β. Σχολική ζωή
Τέλειωσα το εξατάξιο Δημοτικό στο χωριό και στη Λαμία το Γυμνάσιο (το θηλέων «Μουστάκειο»). Τα Γυμνάσια τότε ήταν χωρισμένα σε αρρένων και θηλέων. Το κτίριο του Γυμνασίου ήταν τότε σε άθλια κατάσταση. Δεν είχαμε θέρμανση. Τα πατώματα ήταν ξύλινα και από το ταβάνι πέφτανε χώματα, το προαύλιο μικρό και απεριποίητο, όμως παράπονα δεν κάναμε, γιατί δεν ξέραμε πώς ήταν τα καλύτερα σχολεία.
Το σχολείο ήταν κοντά στο σπίτι μας και οι αναμνήσεις μου από αυτό είναι καλές. Είχε 500 παιδιά. Κάναμε μάθημα πέντε ώρες τη μέρα. Τα μαθήματά μας ήταν : Αρχαία, Νέα, Θρησκευτικά, Ιστορία, Μαθηματικά, Φυσική, Χημεία, Γεωγραφία, Οικοκυρικά, Γυμναστική, Ωδική, Τεχνικά και Γαλλικά. Οι καθηγητές μας ήταν αυστηροί και απόμακροι. Στο Δημοτικό χρησιμοποιούσαμε πλάκα και στο Γυμνάσιο κοντυλοφόρο. Τα βιβλία μας ήταν αρκετά δύσκολα κι από αυτά δεν έχω κρατήσει κανένα. Στο Γυμνάσιο δεν πήγαιναν όλα τα παιδιά εκείνα τα χρόνια. Στα μαθήματά μου στο Δημοτικό με βοηθούσε η μητέρα μου και στο Γυμνάσιο πήγαινα φροντιστήριο στα Μαθηματικά.
Οι μαθήτριες πήγαιναν στο σχολείο και κυκλοφορούσαν στο δρόμο φορώντας  μαύρη ποδιά με άσπρο γιακαδάκι και τα μαλλιά κοτσίδες. Μόνο τα Σαββατοκύριακα μπορούσαν να φορέσουν άλλα ρούχα. Αν τις καθημερινές βγαίναμε έξω χωρίς τη σχολική ποδιά και μας αντιλαμβανόταν κάποιος απ’ τους καθηγητές μας, την άλλη μέρα θα μας καλούσαν στο γραφείο του διευθυντή για απολογία.

Γ. Παιχνίδια
Τα πιο συνηθισμένα παιχνίδια μας ήταν το κουτσό, οι κούκλες που φτιάχναμε μόνες μας και ήταν το αγαπημένο μου παιχνίδι και τέλος τα πεντόβολα. Παίζαμε τα πεντόβολα με μικρές πετρούλες στο σπίτι, στον κήπο, στην πλατεία και σε οικόπεδα. Τα κορίτσια παίζαμε χωριστά από τα αγόρια.

Δ. Άλλα ενδιαφέροντα
Τον ελεύθερο χρόνο μου περνούσα  διαβάζοντας βιβλία, βοηθώντας τη μαμά ή κεντώντας. Αγόραζα και διάβαζα κανένα περιοδικό, συνήθως το περιοδικό «Γυναίκα».
Μου άρεσε να κάνω περιπάτους στο δάσος. Κάποτε είχα ανέβει στην κορυφή της Γκιώνας.
Τις Κυριακές πήγαινα στην εκκλησία του Αγίου Δημητρίου. Η εκκλησία μας ήταν πάντα γεμάτη από κόσμο. Πήγαινα και στο κατηχητικό.

Ε. Κοινωνική – Πολιτιστική ζωή
Διασκεδάζαμε πολύ σε γιορτές, γάμους, βαφτίσια, οικογενειακές εκδηλώσεις και στα πανηγύρια. Στα πανηγύρια κυριαρχούσαν τα δημοτικά τραγούδια. Κλαρίνο, βιολί, σαντούρι, λαούτο και ταμπούρλο ήταν στις δόξες τους. Απ’ τα ονόματα των πιο σπουδαίων μουσικών θυμάμαι του Ιωάννη Κούπα και της Περγάκη.
Στις γιορτές ο πατέρας μου φορούσε κουστούμι και η μητέρα μου ένα απλό φόρεμα. Πολλές από τις γυναίκες του χωριού φορούσαν μαντήλες και ενδυμασίες που έφτιαχναν μόνες τους και τις έλεγαν μαλλίνες. Αυτές ήταν με υφαντό ύφασμα, μάλλινη φαρδιά φούστα και στην άκρη βάζανε μια σειρά από βελούδο. Επάνω δεν είχαν μανίκια και από μέσα φορούσαν ένα είδος πουκάμισου που το λέγαν μπολκάκι. Φορούσαν και σκουλαρίκια κρεμαστά και άλλα χρυσαφικά. Τα μαλλιά τους τα μαζεύανε κότσο ή τα κάνανε κοτσίδες.
Βρέθηκα και σε πολλούς γάμους στο χωριό, τότε που ζούσα ακόμα εκεί. Οι προετοιμασίες για το γάμο άρχιζαν από την Τετάρτη με τα προζύμια. Την Παρασκευή ήταν η έκθεση προικιών και την Κυριακή γινόταν ο γάμος. Θυμάμαι που πήγαιναν τη νύφη στην εκκλησία με τα κλαρίνα και το γυρισμό της στο σπίτι καβάλα στο καταστόλιστο άλογο. Φτάνοντας η νύφη έκοβε την προβέντα και την πετούσε στον συγκεντρωμένο κόσμο. Πέταγε και μήλα που ήταν στολισμένα με βασιλικό και δεκάρες. Μετά γινόταν το τραπέζι κι ακολουθούσε χορός. Χόρευε πρώτα η νύφη και ο γαμπρός, μετά οι συγγενείς και πιο ύστερα όλοι όσοι ήταν στο τραπέζι. Ύστερα σηκωνόταν η νύφη και περνούσε από τους συγγενείς και κάρφωνε στο πέτο τους δώρα μαντηλάκια, κάλτσες, γραβάτες … και στους πιο κοντινούς πουκάμισα. Αυτά τα έλεγαν ζώσματα και με αυτά χόρευαν και καμάρωναν που τους τα πρόσφερε η νύφη. Όλο αυτό το γλέντι γινόταν μάσα και έξω στην αυλή του σπιτιού. Για να γίνει το τραπέζι βοηθούσε όλο το χωριό.
Στα δεκάξι μου χρόνια πήγα και είδα για πρώτη φορά ένα τσίρκο. Μου άρεσε πολύ. Πήγαινα και στον κινηματογράφο και έβλεπα ταινίες ελληνικές, ιταλικές και ινδικές. Σε άλλες εκδηλώσεις δεν πήγαινα πολύ συχνά, εκτός από κάποιες χριστιανικές.
          
Στ. Εμπειρίες από την καθημερινή ζωή
   Το πρωί ξυπνούσα  απ’ τα χαράματα και το βράδυ πήγαινα νωρίς για ύπνο. Έμενα στη Λαμία και τα Καλοκαίρια πήγαινα στη θάλασσα για μπάνια κι έπειτα διακοπές στο χωριό. Περνούσα πολύ ωραία και διασκεδαστικά εκεί.
   Θυμάμαι μια φορά ξεκινήσαμε μια παρέα παιδιών να πάμε σε ένα διπλανό χωριό. Όταν επιστρέφαμε για να συντομέψουμε το δρόμο σκεφτήκαμε να ακολουθήσουμε ένα άγνωστο μονοπάτι, χάσαμε όμως το δρόμο και δεν ξέραμε πώς να γυρίσουμε πίσω. Ήταν απόγευμα και σε λίγο μας έπιασε η νύχτα στο δάσος, όπου και μας βρήκε η καινούργια μέρα. Όλη τη νύχτα ακούγαμε τα νυχτοπούλια, τους λαγούς και τα άλλα ζωάκια που περνούσαν δίπλα μας. Φοβηθήκαμε πολύ, αλλά μας έδινε κουράγιο το γεγονός ότι τη συντροφιά μας αποτελούσε μεγάλη ομάδα παιδιών. Οι γονείς ανησύχησαν και άρχισαν να ψάχνουν για τα παιδιά τους. Πολλά απ’ τα παιδιά, όταν μας βρήκαν οι γονείς μας, έφαγαν αρκετό ξύλο. Αυτή την περιπέτεια δε θα την ξεχάσω ποτέ.
     Από την οικογένειά μου στα ξένα πήγε ο παππούς μου για να φέρει χρήματα να παντρέψει τις κόρες του. Στα ξένα ήταν και ένας θείος μου που κάθε φορά που ερχόταν μας έφερνε πλούσια δώρα.
     Από την Κατοχή λιγοστά πράγματα θυμάμαι, γιατί ήμουνα πολύ μικρή. Ο κόσμος πεινούσε, τα παιδιά έκλαιγαν και, το χειρότερο για μας, ήρθαν οι Γερμανοί στο χωριό μας και έκαψαν το σπίτι μας. Ήμουνα τότε τεσσάρων ετών και δεν έχω ζωντανές αναμνήσεις, μου τα διηγήθηκαν όμως οι γονείς μου αργότερα με κάθε λεπτομέρεια.
     Στο χωριό μου σώζεται και ένας θρύλος για μια περιοχή που τη λένε Λυκότρυπα. Εκεί κάθε βράδυ ακούγονταν ουρλιαχτά λύκων, τη μέρα όμως δεν ακουγόταν τίποτα ούτε υπήρχε κανένα ίχνος από λύκο. Αυτά διηγούνται ακόμα οι τσοπάνηδες.
     Τώρα έχουν περάσει τα χρόνια και η ζωή άλλαξε πολύ. νοσταλγικά όμως φέρνω συχνά στη σκέψη μου τα όμορφα εκείνα παιδικά μου χρόνια και πιο πολύ τους περιπάτους που έκανα τότε.

ΑΠΟ ΤΗ ΣΥΛΛΟΓΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «ΤΑ ΠΑΙΔΙΚΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΩΝ ΠΑΠΠΟΥΔΩΝ ΜΑΣ» ΤΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ/ΜΑΘΗΤΡΙΩΝ ΤΟΥ 3ου ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ ΛΑΜΙΑΣ ΠΕΡΙΟΔΟΥ 2010, ΣΕ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΣΕΡ. ΚΑΚΟΥΡΑ – ΚΩΝ. ΜΠΑΛΩΜΕΝΟΥ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου